
Καθώς πλησιάζουν οι γιορτές και ο καταναλωτισμός, η κατάθλιψη και η μανία των πελατών να προλάβουν όσα δεν έγιναν όλο το χρόνο αυξάνει, σκέπτομαι τα Πομακοχώρια.
Καλοκαίρι κατάφερα να διασχίσω τη Θράκη όπως χρόνια ονειρευόμουν.
Η Θράκη ήθελε καιρό. 10-15 μέρες. Που διακοπές τόσες μέρες για την αφεντιά μου. Ως ΕΚΑΒ περνούσα τη ζωή μου περιμένοντας το μοιραίο για να σπεύσω. Έσπευδα αλλά συνήθως ήταν η γκρίνια κάποιου κακοπαντρεμένου επιχειρηματία που ξεκαλοκαίριαζε στην Αθήνα προσποιούμενος ότι πλουτίζει.
Έτσι σιγά σιγά το αποφάσισα να πάω στη Θράκη.
Στη Θράκη δεν πάει κανείς γιατί διαφημίζεται από οδηγούς και σπόνσορες(αν και πολλά έχουν αλλάξει πιά και στο επίπεδο αυτό).
Πρέπει να έχει λόγους. Και τέτοιοι υπάρχουν πολλοί. Φύση, ιστορία, καλοί άνθρωποι, καλό φαγητό, εκτός τουριστικού συρμού….
Το καλοκαίρι λοιπόν έκανα φίλο ένα γάιδαρο και ένα μωρό χελωνάκι στα Πομακοχώρια, χάρηκα τα ποτάμια, κολύμπησα στη ρηχή θρακική θάλασσα και χάζεψα τα ωραιότερα ψιλόλιγνα ξανθά κορίτσια.

Έφαγα υπέροχο φαγητό, άναψε το αυτοκίνητο πάνω κάτω τα χιλιόμετρα σε μεγάλους φιλικούς δρόμους, βουνά, θάλασσες, σύνορα, περάσματα, ηλιοτρόπια, έκανα ένα σωρό φίλους κάθε λογής, θρησκεύματος και προέλευσης.

Θυμάμαι όμως τρυφερότερα τα Πομακοχώρια. Πίσω σε μια άλλη εποχή με τα τζαμάκια τους (σεμνά σεμνά), τα γεφύρια στο ποτάμι, τους ξενητεμένους τους με τις μερσεντές το καλοκαίρι στην πλατεία, τη γλώσσα τους που την κρατούν ζωντανή με σεβασμό, την απλότητα και την έξοχη μαγειρική τους.
Όταν ρωτάς κατά που πέφτει η ραχούλα ανεβαίνει ο παππούς στο τζιπ να σε πάει μέχρι εκεί και κοτσονάτος να γυρίσει με τα πόδια… Όταν φθάνεις στο τελευταίο χωριό παιδιά παίζουν ελεύθερα στους δρόμους και κρεμάνε κουρελάκια στα δένδρα.

Οι γλώσσες που χάνονται ήταν πάντα ένα θέμα που με συνάρπαζε. Οι τόποι που ζουν και υπάρχουν χωρίς να νοιάζονται για το τρεντ κύμα της Μυκόνου, ήταν για μένα προσκύνημα.
Α και να σημειώσω για τους ζωόφιλους: Παντού ο σκύλος ήταν ευπρόσδεκτος. Στην Τουρκία, στη Βουλγαρία, στη Θράκη, στα Πομακοχώρια, στην Ξάνθη, στη ρηχή θάλασσσα όπου το να τον βλέπεις να χοροπηδά ήταν η εικόνα της ευτυχίας. Τα ξενοδοχεία ανοιχτά, στα εστιατόρια του έδειναν μεζέ. Τα αδέσποτα δεν του επιτέθηκαν ποτέ (τα διωγμένα αδέσποτα είναι πιο επιθετικά) και όλοι μα όλοι του χρωστούσαν ένα χάδι.
Ευτυχώς δηλαδή γιατί αυτός έχει την βαθύτατη πεποίθηση ότι η ανθρωπότητα δημιουργήθηκε για να τον χαϊδεύει.
Δεν θα μακρηγορήσω γιατί όλοι έχουμε δουλειές. Ο Δεκέμβρης είναι ο μήνας που όλα πρέπει να γίνουν. Βλέπω τις εφημερίδες της Κυριακής και με πιάνει δέος με τα ένθετα. Εγώ θα βάλω αυτά τα βρακιά? Εγώ θα φάω στα εστιατόρια αυτά? Εγώ θα μαγειρέψω αυτές τις κάπως συνταγές? Εγώ θα αγοράσω όλα αυτά τα τζομπαίρια? Εγώ θα ταξιδέψω στο Μαλιμπού?
Ε λοιπόν όχι. Εγώ, θα κάνω του κεφαλιού μου. Θα πηγαίνω όπου θέλω και με τραβάει η ψυχή μου. Θα αποχωρίζομαι το ξενοδοχείο Ελενα της Ξάνθης με δάκρυα στα μάτια και θα θυμάμαι το Edirne όπου έκανα τόσους φίλους μέσα στο δρόμο, μόνο και μόνο γιατί έψαχνα στραγάλια για τη μάνα μου. Θα φοράω ότι μου καπνίσει νάναι και βολικό και θα περιδιαβαίνω στα Πομακοχώρια όπου τα παιδάκια αναρωτιούνται αν ο σκύλος είναι λύκος, αρκούδα ή αρνί… να τους επιβεβαιώνω ότι είναι κατσικόσκυλο…. Θα τρώω σουτζούκια και θα κάνω φίλη μια Πομάκα χελωνίτσα μισή χούφτα που την άφησα εκεί για νάχω ένα λόγο να ξαναπάω.
Αρκεί να υπάρχουν οι μέρες οι καλές. Οι μπόλικες. 10-15 μέρες ελευθερίας… κάθε τόσο.
Και γιατί όχι όλη μας η ζωή?