Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 28, 2006

Υποκλοπές


Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο αναρωτιόταν αν θα τον καλέσουν να υπερασπιστεί το διευθυντή της υπεύθυνης εταιρίας. Ήταν πολύ φιλόδοξος δικηγόρος. Δεν μπορούσε να λείπει από την υπόθεση. Έκανε μερικά τηλεφωνήματα να ασκηθεί και κάποια πίεση. Επισήμανε τις γνωριμίες του στου Μαξίμου και στην Βουλή. Περίμενε το τηλέφωνο να χτυπήσει, αδημονούσε, ματαίως όμως. Πληροφορήθηκε από την εφημερίδα ότι ανέλαβε άλλος δικηγόρος. Αγρίεψε λίγο αλλά συνέχισε επίμονα. Παρακολουθούσε καθημερινά την υπόθεση στην τηλεόραση και τις εφημερίδες. Έκοβε τα αποκόμματα για το ζήτημα και τα φυλούσε προσεκτικά. Σχημάτισε ένα τεράστιο αρχείο. Βρήκε και στο internet πληροφορίες. Χιλιάδες χαρτάκια σκέπασαν το τραπέζι του γραφείου του, μετά της κουζίνας… Κόλλησε και μερικά στον τοίχο. Τηλεφωνούσε πότε πότε στους γνωστούς του και περίμενε επίμονα.
Ήταν γι’αυτόν πολύ σημαντική υπόθεση.

Χρόνια σπούδασε δίκαιο των ΜΜΕ και των επικοινωνιών. Στη Γερμανία αρίστευσε. Το διδακτορικό του επαινέθηκε από όλους. Ο καθηγητής Adler το είχε πει σαφώς: Θα έκανε μεγάλη καριέρα.
Απογοητεύθηκε πρώτη φορά όταν δεν διορίσθηκε συνήγορος του Βασικού Μετόχου. Μετά είδε άλλες φάτσες και έμαθε για κάμποσους άσχετους ότι χειρίζονται το θέμα. Μετά η υπόθεση με το φιλί του Παπακαλιάτη. Πάλι δεν τον κάλεσαν. Τον απέφευγαν συστηματικά γιατί εκείνος ήξερε. Έπαιρναν μόνον τους πουλημένους. Να πχ τις προάλλες προσέλαβαν αυτόν που είναι στο παραδικαστικό κύκλωμα που αποκαλύφθηκε το καλοκαίρι πέρσυ. Και στην άλλη υπόθεση πήραν εκείνον τον πρώην Πασόκο που τώρα είναι συνεχώς στη Ρηγίλλης. Και μετά σου λέει κάθαρση της διαπλοκής.
Μετά όμως από το σκάνδαλο των υποκλοπών ανασκουμπώθηκε. Αυτή η υπόθεση ήταν δική του. Τηλεφώνησε και στον καθηγητή του στη Γερμανία που ήξερε έναν σύμβουλο του πρωθυπουργού.
Τέτοια ματαίωση όμως δεν μπορούσε πια να την αντέξει.

Περίμενε με το ραδιοφωνάκι ανοιχτό να παίζει. Του είχαν πει ότι κάνει κύματα και δεν μπορούν να τον παρακολουθούν. Έτσι όπως καταντήσαμε πλέον αν καλούσε, ο πελάτης, δεν έπρεπε να τους ακούσουν οι άλλοι. Του το είχε πει και ο φίλος του ο δημοσιογράφος στο Ντα Κάπο ότι όλους πλέον τους παρακολουθούν. Εκείνος ήξερε γιατί δούλευε στον αρχιμασώνο, το διαπλοκάρχη…Οι Υποκλοπείς.

Γιατί παντού πλέον υπήρχαν υποκλοπείς. Θυμόταν με άγχος και ίδρωνε πάντα εκείνο τον πελάτη που τον είχε προσλάβει πρώτη φορά τότε που ξεκίνησε η κινητή τηλεφωνία. Αρχικά τον διαβεβαίωσε ότι τα κινητά είναι ΟΚ. Μετά όμως του είπε το κόλπο. Έτρεμε ολόκληρος στη σκέψη ότι από πουθενά πλέον δεν μπορείς να κρυφθείς. Ούτε στη Μαρία τολμούσε να τηλεφωνήσει πια για τι ο πατέρας της ήταν στην Στετ. Είχε σίγουρα τον τρόπο να τον ακούει. Και εκείνος τι έκανε δα. Πότε πότε της έλεγε καμιά βρωμοκουβέντα. Κανένα ερωτόλογο, λίγο πρόστυχο ναι. Αλλά αυτά αρέσουν στις γυναίκες. Ούτε ένα ραντεβού δεν της ζήτησε. Τι ανάγκη την είχε άλλωστε.

Υποκλοπές. Εκείνος το ήξερε καλύτερα από τον καθένα. Γι αυτό και σπούδασε άλλωστε το ζήτημα. Μετά όταν έγινε και η ανεξάρτητη αρχή για το απόρρητο δικαιώθηκε. Όλη η Ευρώπη πια συμφωνούσε ότι είχε δίκαιο.

Μικρός άκουσε για πρώτη φορά τη φωνή μέσα του να του επισημαίνει να προσέξει. Ένα μικρό τσιπάκι υπήρχε στο μυαλό του, ένα δεύτερο στο πίσω πίσω δόντι του. Φρονιμίτη νομίζω το λέγανε. Εκείνος ήξερε ότι τον παρακολουθούν καλά. Αλλά όταν το είπε μια φορά στη μάνα του εκείνη γελούσε. Μετά ο πατέρας του τον πήγε και σε εκείνο το γιατρό. Φάρμακα, φάρμακα, στεναχώρια της μάνας. Όλα χωρίς νόημα. Βλακείες. Ο άνθρωπος ήταν μια χαρά. Τη νύχτα του φύτευαν στον εγκέφαλο το φριχτό εκείνο πληροφοριοδότη. Τη μέρα του έδιναν φάρμακα. Δήθεν για να φύγει και να μην ξανάρθει. Εκείνος όμως άκουγε τα πάντα. Δεν έχανε λέξη. Ούτε στιγμή.
Και έτσι είπε σε όλους ότι το τσιπάκι αφαιρέθηκε και ησύχασε και βρήκε την υγειά του. Όπως πήγαιναν θα του έκαναν ηλεκτροσοκ. Τόχε πει ο γιατρός. Αν συνεχίσει….
Αλλά τώρα πέρασε πια η περιπέτεια. Όλοι ήξεραν ότι είχε δίκαιο. Πόσα πέρασε και αυτός τόσα χρόνια. Ακούς εκεί σχιζοφρένεια. Ακούς εκεί κουβέντες.

Το ραδιοφωνάκι έκανε παράσιτα στο κινητό που χτυπούσε επίμονα τώρα.
· Μάλιστα?
· Ο κύριος Στεφαρής?
· Ποιος τον ζητά?
· Από την Εθνική Επιτροπή Απορρήτου, σας καλεί ο Πρόεδρος.


Τρίτη, Σεπτεμβρίου 26, 2006

O Φρόιντ και η Σμυρνιά

Όταν έφθασαν στην Ελλάδα από τη Σμύρνη οι ιδέες της ψυχανάλυσης αποτελούσαν τη νέα μόδα στην Ευρώπη. Στα χρόνια που ακολούθησαν μα η πείνα, μα το δάκρυ, μα ο φόβος όλα ήταν τέκνα του παρελθόντος. Μνήμες που ζητούσαν δικαίωση και απαντήσεις. Η σύγχρονη σκέψη ήταν η ανάλυση του χθες. Εκείνη άκουγε πάντα να μιλούν για την «καταστροφή» και σιωπούσε. Λες και δεν την έζησε ποτέ. Ούτε φωτιά, ούτε καταστροφή, ούτε τίποτε.

Ήταν μια προσφυγοπούλα διαφορετική. Δεν ήρθε με το μεγάλο ρεύμα. Ούτε απένταρη. Μορφωμένη και όμορφη ξεκίνησε μια νέα ζωή με ψυχραιμία και θέληση. Οι φωτογραφίες της belle époque μαρτυρούν για μια καλλονή που ως φαίνεται από σκόρπια αλληλογραφία έκαψε καρδιές. Ζούσε πάντα στο παρόν.
Όταν η κόρη της έπαθε κατάθλιψη προχώρησε δραματικά αβοήθητη. Ο Φρόιντ δεν ήταν πια στη μόδα. Και μαζί του και οι ψυχίατροι. Μα ο φόβος της αρρώστιας, μα η έκπτωση της ψυχανάλυσης κανείς δεν δέχθηκε ότι μπορούσε με ένα απλό φάρμακο να σταθεί στα πόδια της. Σιγά σιγά πέθανε και τότε, πολλά χρόνια μετά τη belle époque, όλοι μιλούσαν για τη νέα μεγάλη επιδημία, την κατάθλιψη. Οι μνήμες και τα τραύματα, λίγο και η χημεία η κατάθλιψη έμεινε το μεγάλο αναπάντητο εύρημα της ψυχανάλυσης. Η εποχή πλέον διάβαζε Yalom. Όμως η κόρη της δεν ήταν ο Σοπενάουερ.

Εκείνη ήταν πάντα απόμακρη και τα γεγονότα την άγγιζαν ελάχιστα. Απανωτές συμφορές και απανωτά μεγαλεία ήρθαν και πέρασαν σαν όνειρο. Τώρα που δεν είχε πια χαμάμ, έκανε μπάνιο με αφρόλουτρο φαμάρ, πολύ καυτό και μετά αντί για τούρκικη κολώνια έβαζε στο σώμα της 4711. Δεν παραπονέθηκε για τίποτε ποτέ. Δεν θυμόταν και δεν αναμασούσε μνήμες ποτέ. Τις μνήμες της ίσως τις ήξεραν οι άλλοι από τη μαγειρική της ή κάτι παράξενες συνήθειες που είχε πότε πότε. Όταν έγιναν μόδα με την «πολίτικη κουζίνα» τα τούρκικα και ο «Παντελής», οι δικοί της ήταν προετοιμασμένοι με το καλύτερο. Τα σουτζουκάκια της, ο μουσακάς της έφερναν παραλήρημα και στον πιο εγκρατή. Ηταν πάντα αξιοπρεπής και καλοντυμένη. Όπως οι αστοί της Σμύρνης.

Η ομορφιά της με τα χρόνια έγινε μια μάσκα και η προσωπικότητά της τρομοκρατούσε στο πόκερ και τον πιο έμπειρο παίκτη. Νικούσε τις παρτίδες με τέτοια ευκολία, όταν οι άλλοι αγκομαχούσαν. Ο γιατρός της κόρης της οικογενειακός φίλος και συμπαίκτης στο πόκερ. Πάντα στον πληθυντικό, Χριστούγεννα ήταν μάλλον τότε, δοκιμάζοντας τον μπακλαβά που έκανε τέτοιες μέρες, τη ρώτησε πώς αντέχει. Το μυστικό της. Δεν του απάντησε. Δεν ήταν διόλου φλύαρη άλλωστε. Του χαμογέλασε και προσπέρασε αυτού του είδους τις σκέψεις. Εκείνη δεν τα καταλάβαινε αυτά.
Τη ζωή τη ζούσε. Δεν τη συζητούσε.
Εκείνος είχε σπουδάσει ψυχίατρος στη Βιέννη. Όταν έχασε την κόρη της μέσα από τα χέρια του απελπίσθηκε. Βλέπεις η κατάθλιψη σκοτώνει. Και η δουλειά που έμαθε ήταν η κουβέντα. Το παρελθόν. Οι ερμηνείες. Έτσι του έφευγε και εκείνου η ζωή, την οποία περνούσε παρέα με τις Ερινύες.
Όταν κάθισαν να συνεχίσουν την παρτίδα του σέρβιρε με τρόπο ένα δεύτερο κομμάτι μπακλαβά. Το δωμάτιο μοσχομύριζε βούτυρο και γαρίφαλο. Όμως εκείνη η χοληστερίνη…
-Όχι δεν θα πάρω, της είπε. Ένα φθάνει!
Δεν τον διόρθωσε. Δεν ήταν το χαρακτήρα της οι δεύτερες κουβέντες. Άφησε το κομμάτι δίπλα και συνέχισε την παρτίδα.
Ξαφνικά του χαμογέλασε.
Μια Ερινύα είχε ξεμυτίσει και έκλεβε αμυγδαλάκια και καρύδια από το ξεχασμένο στο πλευρό πιατάκι.

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 24, 2006

Χτικιό

Δυό χρόνια σε σανατόριο μετά τον πόλεμο και κατά τη διάρκεια του εμφυλίου δεν είναι απλή υπόθεση. Ο κόσμος πέθαινε από φυματίωση σαν τις μύγες στη Νταού Πεντέλη. Ούτε ο πνευμοθώρακας τους έσωζε. Γκέτο θανάτου όπου όσοι επιβίωσαν της κατοχής πήγαιναν να πεθάνουν από τη φριχτή αρρώστια. Έφυγε από το χωριό του με αιμοπτύσεις για την Πεντέλη, έφηβος ακόμη. Όταν συνειδητοποίησε ότι είχε επιβιώσει ήταν στο χείλος του τάφου, εξήντα χρόνια μετά.
Όλη του η ζωή ήταν η ζωή με το χτικιό.
Επιστρέφοντας στην πατρίδα ήταν γεμάτος πίκρα. Κανένας δεν πήγε να τον δει. Ήταν νεκρός για όλους. Και όταν γύρισε όλοι ήταν ανήσυχοι. Διάλεγαν σχολαστικά τα μαχαίρια, τα πιρούνια, τα κουτάλια, τα ποτήρια, και τα δικά του τα έπλεναν ξεχωριστά. Ίσως να ήταν καλύτερα να είχε πεθάνει εντελώς.

Εκείνη έπινε νερό από το ποτήρι του. Ήταν ξανθιά και γαλανή και ζωντανή όπως ονειρευόταν τις γυναίκες τόσα χρόνια. Ήταν αφράτη και χαρούμενη. Γεμάτη αισιοδοξία. Και ήθελε έναν καλό και κατάλληλο σύζυγο. Είναι άγνωστο αν τον αγαπούσε. Κάποια τηλεφωνήματα χρόνια μετά που χώρισαν θα μπορούσαν να σε κάνουν να πιστέψεις ότι μέσα της υπήρχε κάτι. Τότε όμως δεν άντεξε. Περπάτησαν σε μερικά ακρογιάλια, βόλτες στην εξοχή, πονεμένα γράμματα και βαρύτατες λέξεις και ο γάμος με τον φαρμακοποιό ήταν γεγονός. Πήγε μάλιστα και στην Αθήνα. Τα κατάφερε.

Όσα χρόνια και να πέρασαν δεν την ξέχασε στιγμή. Μακάρι νάξερε και εκείνη πόσο πολύ πόσο συχνά την μελετούσε. Η γυναίκα του, η κόρη του όλοι του οι φίλοι τη θεωρούσαν την γνωστή άγνωστη με τα καταγάλανα μάτια. Κάποιοι αναρωτιόντουσαν περιπαιχτικά μήπως την φανταζόταν έτσι αγγελουδόμορφη, μήπως ήταν μια απλή χωριατοπούλα σαν τις άλλες.
Και εκείνος πάλι παράξενος άνθρωπος.

Όταν μιλούσε για το χτικιό δεν ήξερες: ήταν η μεταπολεμική φυματίωση ή ο έρωτας ο μεγάλος που τον έκανε να ζήσει τη ζωή ολόκληρη βαρυγκομώντας.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 23, 2006

Volver


Έναν άνθρωπο που ζηλεύω ολόψυχα τον λένε Πέδρο Αλμαδοβάρ.
Πριν από λίγα χρόνια, ξεκίνησα να γνωρίσω την Ισπανία για χάρη του.
Στο λίγο χρόνο που είχα ανάμεσα σε διάφορες εργασίες της δικής μου ζωής.
Ζηλεύω το έργο του. Τη μοναδικότητα και την ποιότητά του. Τα χρώματα και την τέχνη του. Τη μουσική που διαλέγει. Την έμπνευση που έχει. Τα όσα δεν καταπνίγει. Που έκανε τον κόσμο να τον κοιτάξει και να μας δικαιώσει όλους. Που δημιούργησε ένα καινούργιο σινεμά. Που είναι και ζωγράφος και συγγραφέας και σκηνοθέτης και από όλα τα καλά.
Ζηλεύω τα όσα αισθάνεται. Το πώς τα εκφράζει. Το τι μπορεί να προκαλέσει με μια σκηνή.
Χαίρομαι που υπάρχει και που περιμένω κάθε ταινία του με ανυπομονησία.
Χαίρομαι που δεν ξέρω σχεδόν τίποτε γι’αυτόν αλλά που το όνομά του σημαίνει πολλά από όσα θα ήθελα να είμαι.
Στο Volver υπάρχει μια σκηνή ανεπανάληπτη.
Από χθες που το είδα στοίχειωσε μέσα μου.
Η Πενέλοπε ξεκινά ένα τραγούδι. Τραγουδάει.
-Η γυναίκαι και οι ρόλοι της.
Αραγε θα καταφέρω ποτέ να δημιουργήσω?
ΥΓ Συγγνώμη Νυκτιπόλε που δεν δουλεύω αρκετά τα κείμενά μου. Αλλά από τότε που επισήμανες ότι είναι λίγο επεξεργασμένα σχεδόν μου κόπηκε η όρεξη να γράφω εδώ μέσα. Θα προσπαθήσω και πάλι αυθορμήτως και με αδυναμίες. Δεν συνθέτω δα και την 9η συμφωνία…

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 17, 2006

και...."To παιδί "

· Αγόρι μου πόσο χαίρομαι πολύ που σε συναντώ. Τι όμορφο παλικάρι που έγινες, ίδιος η μανούλα σου. ………….
· Φυσικά την ήξερα τη μανούλα σου.
………………
· Φυσικά και την γνώρισα και δεν την ξέχασα ποτέ.
………………
· Είναι φυσικό να μην τη θυμάσαι. Ήσουν μωράκι που χάθηκε. Όπως το λες … την ώρα που σου ετοίμαζε την κρέμα για να φας. Ναι, πράγματι εκείνη δεν πολυέτρωγε έχεις δίκαιο.
…………………..
· Με ρωτάς πολλά μαζί. Μα την αλήθεια η μανούλα σου ήταν το ωραιότερο κορίτσι που συνάντησα στην Ελλάδα. Και φωτομοντέλο δεν είχα δει τόσο όμορφο. Έλεγα όταν την είδα ότι ήταν σαν τα μοντέλα που έβλεπα στο εξωτερικό. Δουλέψαμε στην ίδια δουλειά για καιρό. Όχι, όχι εκείνη ήταν πιο μικρή. Την χάζευαν όλοι. Τους έτρεχαν τα σάλια, όπως το λες. Της έφερναν κάθε μέρα τούρτες και γλυκά, όλοι οι άνδρες. Μα φυσικά το ξέρω γιατί εγώ τα έτρωγα. Εκείνη περιοριζόταν σε κανένα βραστό αυγό. Είχε μεγάλη αγωνία για την εικόνα της. Ντυνόταν άψογα. Και επειδή λυπόταν που την έλεγαν «χαζή», όπως συμβαίνει συνήθως με την όμορφες κοπέλες, ήθελε να σπουδάσει και όλο έγραφε επιστολές σε σπουδαία πανεπιστήμια.
…………..
· Τις φίλες της ? όχι δεν τις ήξερα. Σου λέω μόνο στη δουλειά την έβλεπα. Γνώρισα αργότερα αρκετές κοπέλες που την ήξεραν και συζητούσαν το χαμό της. Πράγματι τη ζήλευαν πολύ. Πράγματι υπέφερε από τις κακίες. Δεν έχει σημασία πόσος βαθμός αλήθειας υπήρχε σε όσα έλεγαν. Προσωπικά εμένα δεν με ένοιαζε. Μου άρεσε που την κοίταζα στο γραφείο που στόλιζε το χώρο. Μου έφθανε. Τα άλλα δε με ενδιέφεραν. Είχα και τα δικά μου να σκεφθώ.
………………..
· Όχι στο γάμο δεν με κάλεσαν. Έμαθα ότι ήταν σπουδαίος. Ούτε το μπαμπά σου τον γνώρισα ποτέ. Τον είδα μόνον στην κηδεία. Σκεπτόμουν για χρόνια μετά πόσο άδικη είναι η ζωή. Εγώ έτρωγα και τούρτες, είχα και ένα σωρό φλερτ, αγάπησα και με αγάπησαν και ζω ακόμη. Εκείνη την πήρε ο άνεμος πριν προλάβει να φάει ένα μεζέ από τη ζωή. Ήταν τόσο μα τόσο ευάλωτη σε όλα. Φοβόταν τόσο μήπως χαλάσει η εικόνα της και έτσι μια μέρα χάθηκε πριν φθαρεί.
…………………..

· Όχι μη το λες. Σίγουρα σε αγαπούσε. Η αγάπη της για σένα δεν έχει σχέση με την καρδούλα της που δεν άντεξε. Όχι δεν μου το είπε ,αλλά το φαντάζομαι… …………….
· Καλά μην εκνευρίζεσαι. Έχεις τα δίκια σου να είσαι θυμωμένος. Ούτε μπορείς να είσαι σίγουρος ότι αν ήταν 100 κιλά θα έμενε κοντά σου. Μπορεί και να ήταν γραφτό.
…………….
· Εγώ τι θα έκανα?
· Μα εγώ αγόρι μου, μην με παρεξηγείς που σε λέω έτσι, εγώ δεν έκανα παιδιά. Ενώ εσύ γεννήθηκες, υπάρχεις. Γιατί? Γιατί εγώ ήμουνα έξυπνη έλεγαν, και μετά έφευγαν οι μπαμπάδες. Και εγώ δεν ήθελα τέτοιους μπαμπάδες για το μωρό μου… Γι’αυτό σου λέω μη θυμώνεις και παραπονιέσαι.
…………….

· Α! καλώς το Μανώλη. Χαίρομαι που σε γνωρίζω Μανώλη. Δεν είναι απλώς ένας φίλος σου? Εν τάξει εμένα δεν με νοιάζει. Να με νοιάζει? Τι εννοείς? ……………………..
· Μα δεν είναι λόγια αυτά παιδιά. «Μόνοι μας οι άνδρες!»

Ποτέ με γυναίκα να κάνω έρημα παιδιά και μόνα?
· ….
· Να περνάτε λοιπόν καλά, παρέα και να ζείτε τη ζωή. Ε! όχι σαν εμένα, δεν εννοώ αυτό. Σίγουρα όχι μόνον βραστά αυγά και κοτόπουλο. Μα φυσικά και τούρτα και καριόκες και από όλα τα γλυκά και τις σοκολάτες. Και εκδρομές, και παρέες, και χαρές.,.. έχετε δίκαιο όλα. Όλα είναι η ζωή.
· Και τα παιδιά?
· Εν τάξει, εν τάξει, η φωνάζετε.... Όχι λοιπόν στα παιδιά!
................

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 14, 2006

O … γάτος

Από παιδί ονειρευόταν ένα σκύλο. Πίστευε ότι η «Λάσση» ήταν μαζί του όταν έπαιζε μοναχικό παιδάκι σαν αυτό που έβλεπε στην τηλεόραση. Ο αδελφός του, ο φανταστικός του προστάτης, ο ήρωας των παιδικών του χρόνων. Ο σκύλος δεν αποκτήθηκε ποτέ. Ενας γάτος υποκατέστησε την παρέα που δεν είχε. Αναρωτιόταν με τα χρόνια περπατώντας στους δρόμους της Αθήνας και κοιτάζοντας τα pet- shop που φύτρωναν μέρα με τη μέρα περισσότερα τι έχει απομείνει από την «οικογένεια» που ήξερε κάποτε.
Ο γάτος του μοιραζόταν τη ζωή του για πολλά χρόνια. Ήταν η σκιά του και η ανάσα του. Ο μόνος που ήξερε τα μυστικά του. Ο μόνος που τον έβλεπε να κλαίει και να καταστρώνει σενάρια για να άρει την βαθύτατη μοναχικότητά του.
Ο γάτος γέρασε πολύ. Τα κόκαλά του διαγράφονταν στο σώμα του το τόσο μα τόσο συνηθισμένο. Στο μοντέρνο διαμέρισμα η παρουσία του ήταν πλέον αταίριαστη. Ο γάτος όμως αρνιόταν να πεθάνει με πείσμα.
Για κείνον ο γερασμένος του γάτος ήταν ο λόγος για άπειρες ενοχές, συναισθήματα. Έβλεπε και τα blog και ήταν σίγουρος. Δεν ήταν αυτός ο μόνος. Και άλλοι bloggers είχαν πάθος με τις γάτες. Σαν οικογένεια ήταν και γι’αυτούς. Σαν παιδιά τους. Παρηγοριόταν.
Κάποτε ο γάτος πέθανε. Δεν ήξερε πια αν έκανε ότι έπρεπε να κάνει. Τον φρόντισε όσο έπρεπε? Δεν τολμούσε να μιλήσει σε κανέναν. Σκεφτόταν μήπως τον κοροϊδέψουν. Παρηγοριά του τα blogs τόσων και τόσων γατόφιλων. Μια δικτυακή οικογένεια ανθρώπων και γάτων.
Το πρωί σήμερα ξεκινώντας τη μέρα είδε στο δρόμο τη γάτα του γείτονα περιστοιχισμένη με τα μωρά της. Τα φρέσκα της γατάκια όλα όμοια με το δικό του το μακαρίτη. Ναι, αλλά ο δικός του ήταν διαφορετικός. Ήταν μοναδικός και ανεπανάληπτος. Ερημος αναζήτησε τον αδερφό του. Τον ήρωά του, την παρεούλα του.
Βούρκωσε. Κατευθύνθηκε στο γνωστό pet-shop που ήξερε στην περιοχή και πήρε ένα κουτάβι. Ένα όμορφο λάμπραντορ. Τα έβλεπε στις διαφημίσεις και τα λάτρευε. Θυμόταν τότε που ήταν παιδί. Το πήρε στα χέρια ολόκληρος άνδρας και έδωσε άδεια στον εαυτό του.
Το όνειρό του ήταν πραγματικότητα.
Σαν το Ρεμύ με τα σκυλιά του πεθαμένου σενιόρ Βιτάλι ξεκίνησε να αναζητήσει την οικογένειά του.

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 12, 2006

Ave Maria - Η μαμά



Αποφάσισε να γίνει μητέρα για την αγάπη κάποιου που δίσταζε να δεσμευθεί μαζί της. Ήταν εκείνος πίστευε, σημαντικός και εκείνη τίποτα σπουδαίο. Καλλιτέχνες και οι δυό. Γέννησε το παιδί χωρίς να απαιτηθεί σύγκρουση ή εκβιασμός.
Ο Πατέρας είχε ήδη παντρευτεί μια άλλη.
Η μητέρα μεταλλάχθηκε σε σύγχρονη ανύπαντρη μητέρα με όλο τον ιδεολογικό εξοπλισμό που απαιτείται. Απολύτως άνεργη. Ευλογημένη όμως ανάμεσα στις γυναίκες με το πολύτιμο τέκνο της.
Το παιδί, κοριτσάκι, αν και χωρίς φωτοστέφανο ήταν ο μεσσίας της μοναδικότητας της. Το νόημα της ζωής της. Το αγαπούσε με πάθος και κτητικότητα.
Ήταν όμως και παραδοσιακή. Έπρεπε να το μεγαλώσει με αρχές, φουστανάκια και πολυτέλειες. Επιστρατεύθηκαν άλλοι χρηματοδότες. Εκείνη με ηρωισμό και ανευθυνότητα τους έριξε όλο το βάρος.
Λίγο καιρό πριν παντρευτεί το νέο σύντροφό της διεκδίκησε την αναγνώριση του τέκνου από το φυσικό πατέρα. Τη βρωμοδουλειά την έκανε μια φίλη της δικηγόρος και η χαζομάρα/τρομάρα του Πατέρα.
Στο γάμο της μαμάς η μικρή ήταν παρανυφάκι μαζί με το γιό του καινούργιου μπαμπά από τον προηγούμενο γάμο. Η μαμά έκανε και άλλο παιδί. Με πίστη στη θεία πρόνοια και την καλή της τύχη κάθε παιδί ήταν και μια άγκυρα νόμιζε προς τη σταθερότητα που χρειαζόταν. Ο σύζυγος δεν ήταν απένταρος. Δεν ήταν όμως και τίποτε σπουδαίο. Είχε και μια φριχτή αριστερή μαμά που βασάνιζε την όψιμη και παράδοξη νύφη.
Με δάνεια αγόρασε καινούργιο αυτοκίνητο, κράτησε το παλιό, αγόρασε σπίτι και φόρτωσε τις κάρτες ανεκπλήρωτες επιθυμίες δικές του και της μαμάς.
Η κόρη της αρίστευε και πάχαινε. Η μαμά την ταΐζε φιλοδοξίες και πολύ φαγητό. Ήταν όμορφη λιγομίλητη και χοντρούλα. Όταν δεν της έδωσαν τη σημαία στην 6η δημοτικού η μαμά έστειλε το σύζυγό της να λύσει το θέμα, αυτός τη φίλη τη δικηγόρο και τελικά τη σημαία την κράτησε ένα άλλο παιδάκι.
Κάποια στιγμή τα οικονομικά πήγαν κατά διαβόλου. Η μαμά ζούσε την ουτοπία της. Όλα θα λυθούν με αισιοδοξία. Ο σύζυγος προσέτρεξε σε τρίτους επικαλούμενος τα παιδιά. Και την αγάπη της μικρής.
Όταν η μικρή διασφάλισε σημαντικό χαρτζιλίκι από τη νονά, η μαμά, της το πήρε όλο.
Το άλλο παιδί βλέπεις είχε μαθησιακές δυσκολίες.
Ο γιος της.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 09, 2006

Ο μπαμπάς



Ο μπαμπάς που φοβάται να σε πιάσει στα χέρια, που σε σηκώνει όταν είσαι μικρός ψηλά, που σε χαζεύει σαν το 8ο θαύμα, που δεν ξέρει πώς να σε ταΐσει, ο μπαμπάς που μαλώνει, που παραχαϊδεύει, που σε πάει και καμιά βόλτα και σου παίρνει και τα περισσότερα παγωτά, ο μπαμπάς που γυρίζει από τη δουλειά, που όλο λείπει και που όλο τον ψάχνεις αλλά και προτιμάς την απουσία του, ο μπαμπάς που φοβάσαι και υπολογίζεις, που ζηλεύεις και μιμείσαι, που μισείς και φθονείς,
Ο μπαμπάς της ιστορίας και της ψυχανάλυσης, της οικογενειακής φωρογραφίας, που οδηγεί το αυτοκίνητο και έχει τα λεφτά, ο εχθρός της μαμάς και της γιαγιάς, ο πρώην της μαμάς, ο μπαμπάς των παιδιών του νυν της μαμάς, ο μπαμπάς της μαμάς (που όμως εγώ μπαμπά δεν έχω…)
Ο πατέρας της θρησκείας και ο Πάτερ ημών,
Ο πατέρας του Χριστού, του Βαγγέλη, ο Πατερούλης, Ο Πατέρας του Πατερναλισμού, ο πατέρας της επιστήμης (κάθε επιστήμης)
Δεν υπάρχει πια.

Μαμάδες ανεξάρτητες και πληγωμένες τον υποκατέστησαν με δάνειο σπέρμα από δότες
Μαμάδες καταπιεστικές και κυριαρχικές τον οδήγησαν ως γιό προβληματικό να αρνείται την πατρότητα
Μαμάδες εγκαταλελειμμένες σε μαθαίνουν ότι είναι καλύτερα δίχως του
Μαμάδες μόνες που κλαίνε τα βράδια σου θυμίζουν ότι θα ήταν καλύτερα να μην υπήρχε
Μαμάδες προβεβλημένες δηλώνουν ότι περιττεύει

Άνδρες θυμωμένοι προτιμούν να ξεχνούν το θεριό της εφηβείας τους
Άνδρες πληγωμένοι θέλουν να ξεπεράσουν το μπαμπά τους
Άνδρες μόνοι αναρωτιούνται γιατί δεν τους συμπαραστάθηκε ποτέ
Άνδρες τρυφεροί προτιμούν μια γυναίκα μπαμπά …
Κόρες αποκαρδιωμένες λυπούνται που τους βλέπουν με γυναίκες νεότερές τους
Κόρες απογοητευμένες απορρίπτουν για χάρη του όλους τους άνδρες του κόσμου
Κόρες εξαρτημένες απορρίπτουν για χάρη του όλους τους άνδρες του κόσμου….
Υπάρχει όμως πάντα ο άνδρας που μπορεί να είναι ο μπαμπάς κάθε παιδιού.
Γι’αυτό πικραίνομαι πολύ και διαφωνώ κάθε φορά που κάποια γυναίκα δηλώνει ότι επιλέγει (με πάμπολλους τρόπους πλέον) να έχει παιδί (όχι απαραίτητα να το γεννήσει αλλά με κάποιο τρόπο να το έχει) χωρίς μπαμπά.
Γι’αυτό διαφωνώ με τις μαμάδες της προηγούμενης γενιάς που τόσο εύκολα ενίοτε συμβουλεύουν: να κάνεις ένα παιδί και να χωρίσεις, να κάνεις ένα παιδί μόνη σου βρε αδερφέ, τι τους θες τους άνδρες….
Γι’αυτό διαφωνώ με την αρκετών ετών μόδα που θέλει κορίτσια να υποκλέπτουν παντοιοτρόπως σπέρμα και μετά ο άλλος ή να πληρώνει ή να υβρίζεται…
Γι’αυτό προβληματίζομαι με την τόση προβολή της εικόνας του εφήμερου ή ανύπαρκτου μπαμπά του περαστικού αρσενικού το οποίο μας ενδιαφέρει ελάχιστα.
Γι’αυτό τα κίνητρα στις ανύπαντρες μητέρες με βρίσκουν να προβληματίζομαι
Γι’αυτό τα ομοφυλόφυλα ζευγάρια που «τεκνοποιούν» με προβληματίζουν
Γι’αυτό λατρεύω τον Αλμαδοβάρ που συλλογιέται ποιητικά το ζήτημα και απάντηση όπως και εγώ δεν έχει

Το παιδί χωρίς τον πατέρα του για τη γυναίκα πιστεύω είναι ένας άγνωστος τρίτος που θα έρθει στη ζωή της και θα δικαιώσει μια φαντασίωση απλώς μέχρι να μισηθεί για το βάρος που της προσφέρει (έστω και σιωπηλά)
Το παιδί χωρίς, τον έστω και προσωρινό σύντροφο, θα είναι ένα παιδί που θα έχει πατέρα (η μαμά δεν θα έχει τον ίδιο σύντροφο)

Και προτιμώ αν ποτέ αποκτήσω (καθ’οιονδήποτε τρόπο) παιδί να έχει μπαμπά τον άνδρα που θα αγαπώ και μόνον. Πιστεύω ότι παιδί – τέκνο δεν υπάρχει χωρίς μπαμπά. Το πιστεύω βαθειά.

Ο μπαμπάς είναι το όνειρο κάθε μαμάς, ας είμαστε ειλικρινείς.
Και το παιδί. Αλλά το παιδί είναι ένα άγνωστο πρόσωπο, ένα αίτημα για δικαίωση και αθανασία πριν το μπαμπά.
Μ’αυτό τον τρόπο και χωρίς Πατέρες, πατερναλισμούς και Πάτερ Ημών, εν επιγνώσει ότι ένας σύγχρονος γιος δεν επιθυμεί τη σταύρωση για να φέρει τη βασιλεία των ουρανών στον κόσμο του Πατέρα του, εγκαταλελειμμένος από ΑΥΤΟΝ αιώνες και δεκαετίες, ο μπαμπάς ξεσηκώνεται να αναγεννάται.
Θα τον βρείτε ακόμη και σε γειτονικά μπλογκ να λατρεύει το παιδί του
Θα τον βρείτε να ποζάρει με τα παιδιά της Αντζελίνας ή να ζητά μοσχεύματα για το υιοθετημένο του παιδί (το θυμάστε αλήθεια εκείνο το απίστευτο παλικάρι πέρσι στην τηλεόραση?)
Θα τον βρείτε παντού να δημιουργεί τη νέα του ταυτότητα. Μη σας αποθαρρύνει που σπανίζει. Ίσως να αλλάζει και όνομα, κέλυφος και εικόνα.
Απαντήσεις για όλα δεν έχουμε. Ούτε πατέρα να τις προσφέρει.
Αυτή είναι η μαγεία της αναζήτησης. Ο μπαμπάς είναι μαζί μας σε αυτή.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 04, 2006

Η αιώνια επιστροφή και η επιστροφή στα θρανία

Ανήλικος Σεπτέμβρης και σχολικά είδη. Κασετίνα, μολύβι, γόμα και άγχος για τη χρονιά που ξεκινά, καθιστική σε ένα θρανίο, υποταγμένη στη φωνή της δασκάλας, τρομακτική υπό την απειλή του βαθμού και γεμάτη όνειρα για την απόλυτη στιγμή της ενηλικίωσης που το σχολείο θα τελειώσει και θα αρχίσει η αληθινή ζωή.

Ενήλικος Σεπτέμβρης και αρχή ενός νέου κύκλου προσδοκιών που δεν μοιάζουν να πραγματοποιούνται, ρουτίνας που προσεγγίζει απειλητική, συμβιβασμών που κανείς δεν επιθυμεί και όλοι πράττουμε, δουλειάς για όσους έχουν την πικρή τύχη να έχουν κατοχυρώσει, σισύφειας επιστροφής στον ίδιο κύκλο που στο βάθος του υπόσχεται μόνον το φυσικό τέλος. Αν νομίζουμε ότι τα καταφέραμε στη ζωή και είμαστε από τους εντός…

Στη μέση τα παιδιά των εισαγωγικών εξετάσεων. Και πρώτα από όλα αυτά που «δεν τα κατάφεραν».

Το ποστ αυτό το αφιερώνω ολόψυχα σε όσους απέτυχαν στις πανελλήνιες και δεν βιώνουν φέτος έναν πανηγυρικό Σεπτέμβρη αλλά πενθούν τον εαυτό τους και την αδυναμία τους να καταφέρουν όσα η κοινωνία περίμενε από αυτούς. Στους 18 χρονώ πιτσιρικάδες που νομίζουν ότι είναι ηττημένοι. Εκείνοι μόνον. Αν ήμουν πραγματικά δυνατή θα τους χάριζα σαν δώρο ένα ζευγάρι φτερά.

Και σε όσους άλλους ξεχνούν να γιορτάζουν καθημερινά τον εαυτό τους (με τα δεινά του συμπεριλαμβανόμενα) και πικραίνονται και η στεναχώρια τους δεν έχει τελειωμό νομίζοντας ότι κάπου στην άλλη όχθη του κόσμου κάθονται και ξαποσταίνουν οι νικητές αυτής της ζωής. Αυτοί για τους οποίους υπάρχει το αιώνιο καλοκαίρι. Αν ήμουν πραγματικά δυνατή θα τους χάριζα σαν δώρο ένα ζευγάρι γυαλιά.

Η επίγνωση ότι δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι κατακτιέται για κάποιους σταδιακά. Υπάρχουν μόνον περιστασιακές διηγήσεις ανθρώπων που ιστορούν το βίο τους ως το μόνο ορθό. Αυτοί είναι οι πλέον ανασφαλείς και αυτοί που μέλλει να διαψευσθούν από τον επόμενο όμοιό τους. Η σειρά βλέπεις της ιστορίας των ανθρώπων αποτελείται από συνεχόμενες και συχνά αντιφατικές διηγήσεις ανασφαλών προσωρινών νικητών που επιμένουν στην ιστορία τους μήπως και κάποιος τρίτος πεισθεί ότι έζησαν. Σήμερα πιά με τα ΜΜΕ και την εφήμερη δόξα τους τούτο είναι απόλυτα αντιληπτό.
Ξέρω φυσικά ότι τα ΜΜΕ σας έδειξαν τους πρώτους των πρώτων. Ξέρω ότι η μάνα σας βούρκωσε που εσείς δεν είσαστε ένας από αυτούς.
Ξέρω ότι πονάει να είσαι από τους έξω και ο φόβος σε κάνει να πιστεύεις ότι μόνον εσύ δυστυχείς. Ξέρω την οργή της απόρριψης. Ξέρω τη μοναξιά της.
Ξέρω πάλι ότι κάποιοι πιστεύεται ότι μόνον εσείς ξαναζευτήκατε το ζυγό, αρχίσατε το ωράριο, μόνο για σας φθινοπωριάζει ενώ για άλλους το καλοκαίρι συνεχίζεται.
Όμως ξέρω ότι τα ΜΜΕ του χρόνου θα δείξουν άλλους και άλλους και άλλους και όλοι μαζί θα ξεχασθούν όπως και οι νικημένοι όπως και όλοι μας. Πρωθυπουργοί, κονομημένοι, σούπερ μοντέλα, πλανητάρχες και ο πρώτος των πρώτων στο πολυτεχνείο θα είναι απλώς ένα μικρό σκουπιδάκι λήθης στο χρόνο που όλα τα προσπερνά.
Ένα μοντέλο ζωής επιβάλλουν όλοι που μας λένε να το ακολουθήσουμε και όταν βλέπουμε ότι δεν βγάζει πουθενά μας δίνουν φάρμακα και αλκοόλ και άλλα βοηθήματα για να πιστέψουμε ότι το λάθος είναι σε μας και όχι σε εκείνους.
Η ζωή μου έμαθε ότι πιότερο και από τον ηττημένο τιμωρείται ο νικητής. Ο κύριος λόγος είναι ότι πίστεψε στο μηχανισμό της νίκης και της ήττας και έτσι θεώρησε ότι δεν τούδωσε η ζωή όσα άξιζε. Αχ αυτός ο προμηθεϊκός άνθρωπος! Πόση ζημιά έκανε στην κάθε μας μέρα.
Ας είναι αυτή σας η αποτυχία να βοηθήσει να βρείτε τους εαυτούς σας κάπως νωρίτερα και μαζί σας και εμείς που σκεπτόμαστε το κόστος της επιστροφής στη ρουτίνα. Τη ρουτίνα αυτών που πέτυχαν κάποτε στις πανελλήνιες και συνειδητοποίησαν νωρίς τι κούφια λόγια ήταν αυτές οι υποσχέσεις και πόσα καλοκαίρια χάθηκαν ενόψει της προσδοκίας μιας επαλήθευσης που δεν θα έρθει ποτέ.

Αν έχετε παιδιά που επιστρέφουν στα σχολεία, αν επιστρέφετε στα σχολεία εσείς προσωπικά είτε σα μαθητές είτε σα δάσκαλοι νάχετε μια Καλή Χρονιά, να επαινείτε με κάθε αφορμή τους άλλους και να κάνετε πολλά πολλά σκασιαρχεία, πολλές πολλές κοπάνες και νάστε γεμάτοι γέλιο και ανεμελιά.
Αν πάλι γυρίζετε στις δουλειές σας νάχετε μια Καλή Χρονιά, να επαινείτε με κάθε αφορμή τους άλλους και να κάνετε πολλά πολλά σκασιαρχεία, πολλές πολλές κοπάνες και νάστε γεμάτοι γέλιο και ανεμελιά.
Αν τέλος δεν έχετε δουλειά νάχετε μια Καλή Χρονιά, να επαινείτε με κάθε αφορμή τους άλλους και να κάνετε πολλά πολλά σκασιαρχεία, πολλές πολλές κοπάνες και νάστε γεμάτοι γέλιο και ανεμελιά.

Η ζωή είναι ένα ξέφρενο σκασιαρχείο. Μια καλή κουβέντα. Μια ανέμελη στιγμή.