Σάββατο, Ιανουαρίου 27, 2007

White Woolfy and friends


Ετσι λοιπόν γεννηθηκε ένα μπλογκ για παιδιά το http://whitewoolfie.blogspot.com/.

Mε αφορμή το τελευταίο μου ποστ που το έκανα με πολύ χιουμοριστική διάθεση είναι η αλήθεια και ένα σχόλιο του Andy (αχ αυτός ο Andy Dufresneκαι οι ιδέες του!) σκέφθηκα πως η μπαμπίνα του δεν έχει ένα δικό της μπλογκ. Πως θα έπρεπε σιγά σιγά να το καλοσκεφθούμε.

Ενα μπλογκ για τη Μαρία Φωτεινή, ένα μπλογκ για τα παιδάκια που έχουν σιγά σιγά ξεμυτίσει στη μπλογκόσφαιρα και ίσως δεν τα πολυνοιάζουν οι έγνοιες των μεγάλων.

Και το δοκίμασα.

μπορείτε να μου πείτε τις σκέψεις σας γι'αυτό εδώ

Το άλλο μπλογκ είναι για παιδιά.

Και για σας άμα θέλετε βέβαια.

Εφόσον είστε παιδιά πότε πότε...
Αυτό είναι το πρώτο σκαλί .
Βλέπουμε μετά.

Πέμπτη, Ιανουαρίου 25, 2007

Dangerous Terrorist

This is a very dangerous terrorist!



I'm sure you are scared....
very scared...

very very scared...





more scared?

Petrified!
thanks god this terrorist is sleeping.


Δευτέρα, Ιανουαρίου 22, 2007

Απ το ΠΑΣΟΚ απέναντι



Στην οδό Χαριλάου Τρικούπη, απ' το ΠΑΣΟΚ απέναντι, υπάρχει ένα βουλκανιζατέρ.
Τα κόκκινα χρώματα και τα ελαστικά το κάνουν να ξεχωρίζει απέναντι από τις πράσινες σημαίες και τις τηλεοπτικές κάμερες που περιμένουν κάποιο πολιτικό γεγονός.
Η άλλη πλευρά δεν περιμένει τίποτε έκτακτο. Η καθημερινότητα του αρκεί.
Το βουλκανιζατέρ ανήκει σε ένα παλικάρι που αποτελεί τον ορισμό της λέξης. Λεβέντης, μορφονιός με ένα γέλιο που φωτίζει όλη την Αθήνα. Ευγενικός και πρόθυμος όσο ο καλύτερα εκπαιδευμένος μάνατζερ. Αυθόρμητος σαν τη γάτα που πηδάει στην αγκαλιά σου. Φιλικός όπως ο κολλητός από το δημοτικό που έχεις να δεις χρόνια. Πάντα με τον πληθυντικό, πάντα με το κέρασμα, πάντα με ένα καλό λόγο. Ας τον πούμε Γιάννη, αφού το πρόσωπο υπάρχει και ζει και βασιλεύει.
Η σύγκριση αδύνατο να μη συμβεί. Τόσοι διάσημοι από τη μία πλευρά του δρόμου, τόσοι άσημοι από την άλλη. Συνήθως ταξιτζήδες, μηχανάκια μέσα στην πόλη εξυπηρετούνται άμεσα και χαρούμενα. Από την άλλοι πρώην υπουργοί, πρώην διοικητές ΔΕΚΟ ή και νυν θυμάμαι στο παρελθόν.
Το σημείο είναι κρίσιμο.
Κάθε φορά που με φέρνει ο δρόμος σκέπτομαι το ίδιο πράγμα:

Γιατί να μην είναι ο Γιάννης ο Πρωθυπουργός (ή έστω ο πρώην) της χώρας. Γιατί. Και τηλεοπτικός θα ήταν και ξηγημένος λεβεντιά, και νοικοκύρης άνθρωπος και λεβεντόπεδο.
Εγώ λοιπόν ψηφίζω για πρωθυπουργό το «Γιάννη» απέναντι από το ΠΑΣΟΚ. Όποτε περνάτε κοιτάξτε κατά κει. Θα με θυμηθείτε. Παλικάρια δεν γεννιούνται κάθε μέρα.

Μια μόνο πινελιά νοσταλγίας με κάνει να συμπαθώ την άλλη πλευρά. Όποτε θυμάμαι τη Μελίνα που πιστεύω ότι θα συμφωνούσε μαζί μου και θα του έγνεφε με ανάλογη γοητεία.
Ε ναι . Αυτοί οι δυό θα έκαναν ένα υπέροχο ζευγάρι.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 19, 2007

HABITAT


H είδηση ότι το Ηabitat δεν κατάφερε να επιβιώσει την ελληνική αγορά σημαίνει πολλά. Δεν γνωρίζει η γράφουσα ούτε τον επιχειρηματία που έφερε στην Ελλάδα το κατάστημα, ούτε τους προσωπικούς λόγους για τους οποίους αναγκάσθηκε να το κλείσει. Η είδηση όμως καθ΄εαυτή έχει μια ιδιαίτερη σημασία λόγω του είδους της δραστηριότητας: την ευρωπαϊκή εικόνα της καθημερινότητας στο σπίτι.

Η νοικοκυρεμένη Ελλάδα από τα κοφτά και τα προικιά πέρασε μια στιγμή στο Habitat για να ξαναγυρίσει θριαμβεύτρια στους κινέζους.

Ένα από τα πράγματα που με ενθουσίασαν στις σπουδές μου στο εξωτερικό ήταν το Habitat. Το άλλο ήταν η FNAC. Η χαρούμενη γνώση με καταναλωτικό πρόσωπο, η ποιοτική εικόνα του σπιτιού και της ζωής που μπορούσες να εκφράσεις γούστο χωρίς τα σεμέν. Πέρσι βίωσα την δημιουργία μιας κουτσουρεμένης εκδοχής της FNAC στην Αθήνα και φέτος το κλείσιμο του επίσης κουτσουρεμένου αν και όχι στο βαθμό της FNAC, Habitat.

Η ευρωπαϊκή εικόνα της καθημερινότητας, με σχεδιασμό, ποιότητα, καλές τιμές, χρώματα, άριστη εξυπηρέτηση, άφθονες αλλά επιλεγμένες επιλογές ήταν το παράπονο κάποιου που άφησε το ΑΚΡΟΝ ΙΛΙΟΝ ΚΡΙΣΤΑΛ στις μνήμες της εφηβείας του από τη μια και την COSTA BODA ως σπουδαία εκδοχή από την άλλη. Πριν περάσουμε στα μεγάλα πολυκαταστήματα και τις φθηνές απομιμήσεις για τους πολλούς η μέση τάξη ήθελε και αυτή τη θέση της. Την έψαξε με κέφι. Κάποιος έφερε το Habitat εδώ. Και επιχείρησε να εκπαιδεύσει τον κόσμο σε τέτοιες επιλογές.

Ο μετασχηματισμός των αντιλήψεων προσέγγισε κάποτε και την ελληνική αγορά. Λίγο στην Κηφισίας, μετά στην παραλιακή τέλος στο κέντρο της πόλης το Habitat επιχείρησε να στολίσει την καθημερινότητα με μια αίσθηση ελευθερίας και ποιότητας που ήταν αναπάντεχη για το νεοέλληνα που είχε μάθει τα κοφτά της μαμάς. Ηταν μια ξαφνική ευρωπαϊκή αστικοποίηση.

Υπήρχε όμως μέση τάξη στην Αθήνα του 2000?

Η αισθητική και η στάση ζωής δεν αρκούν όταν προσφέρονται στο πλαίσιο μιας διεθνοποιημένης επιχείρησης. Η προσαρμογή στα τοπικά χαρακτηριστικά αλλοίωσε τη γνωστή επιχείρηση.

Το Habitat της Αθήνας δεν είχε παρά ελάχιστα προϊόντα ετοιμοπαράδοτα. Όφειλες να περιμένεις συχνά 2 και 3 μήνες. Πού είναι η αντίληψη του καταστήματος που ήξερα από το Παρίσι λοιπόν?
Δεν είχε ούτε το σύνολο των προϊόντων του καταλόγου. Όφειλες να νοιώθεις κάπως επαρχιώτης.
Ηταν αισθητά ακριβότερο. Οι μεταφορές μας έλεγαν κοστίζουν. Για κάποιο περίεργο λόγο επέλεξε η εθνική εκδοχή του να απευθύνεται στα ψώνια που πληρώνουν «φύκια για μεταξωτές κορδέλλες». Κάτι που συμβαίνει επιτυχώς για πολλές άλλες φίρμες πάντως. Το πληρώναμε και πολλοί άλλοι πότε πότε, από νοσταλγία, από κέφι αλλά ξέραμε ότι ήταν υπερβολή.
Η εξυπηρέτηση ήταν, όπως συμβαίνει συνήθως με τον μέσω έλληνα πωλητή, βασισμένη στην περιφρόνηση του πελάτη. Το κατάστημά μας είναι Grande. Εσείς που εισέρχεσθε χάσατε κάθε ελπίδα. Καμία διευκόλυνση, καμία συζήτηση, όλοι απασχολημένοι, όλοι κάπως μπλαζέ, ενοχλημένοι που σου μιλούν, έντονα γκει (ανεξάρτητα του αν ήταν ή όχι στην αλήθεια)… Πολλές φορές σηκώθηκα και έφυγα εξαγριωμένη που δεν έβρισκα το παραμικρό έλεος όταν ζητούσα να αντικαταστήσω πιάτο του καθημερινού σερβίτσιου που είχα και συμπλήρωνα χρόνια τώρα. Πάρτε τα καινούργια μου έλεγαν. Μα συνεχίζουν να κυκλοφορούν αυτά που έχω. Γιατί να πάρω σερβίτσιο αν χρειάζομαι 2-3 πιάτα και μία γαλατιέρα? Καμία απάντηση.
Διότι το συγκεκριμένο μαγαζί υιοθέτησε μια αντίληψη διαφορετική από την αγγλική ή τη γαλλική εκδοχή. Εκεί θα βρεις το αγαπημένο σου σερβίτσιο για χρόνια να υπάρχει και ο πωλητής θα εκτιμήσει ότι υποστηρίζεις ένα προϊόν του και είσαι πελάτης σταθερός.

Η ξιπασιά, στοιχείο και αυτό της έλλειψης παιδείας δεν ταίριαξε στη φύση μιας φίρμας που απευθύνεται σε ευρωπαίο καταναλωτή.

Οσο γράφω αυτό το σημείωμα παρατηρώ ότι επαναλαμβάνω μερικές λέξεις ως αυτονόητες. Αισθητική, ευρωπαίος, αστικοποίηση… και θέλω να μαλώσω το χέρι μου που συνεχίζει να χτυπά το πληκτρολόγιο.

Λυπάμαι για το Habitat αλλά λυπάμαι και για τη FNAC. Που στεγάσθηκε σε αυθαίρετο και μικρή μικρή και χαρωπή πωλεί εμπορικό βιβλίο.
Λυπάμαι για την ευρωπαϊκή μας εικόνα που αργεί. Αν έλθει.
Και για τα παιδιά που θα μείνουν στο δρόμο αγκαλιά με την ξιπασιά που πρόσφεραν ως πωλητές κάποιου «προϊόντος» που ούτε κατάλαβαν ούτε εκτίμησαν ποτέ.

Κυριακή, Ιανουαρίου 14, 2007

Η Φρόσω μας στο Αμέρικα


Η γιαγιά μου είχε γεννήσει δύο παιδιά αλλά έλεγε ότι έχει τρία. Το τρίτο της παιδί ήταν η Φρόσω μας που της την έφεραν από ένα ορεινό χωριό της Ελλάδας να τη μεγαλώσει. Αυτό το έλεγαν τότε «Ψυχοκόρη» αλλά η γιαγιά μου το θεωρούσε κάτι πολύ περισσότερο. Έτσι όταν γεννήθηκαεγώ η «Σίσσι» ήταν για μένα κάτι πολύ περισσότερο από θεία. Ήταν αυτό που μου έλειπε πιο πολύ στη ζωή: μια μεγαλόσωμη αδελφή. Κυριολεκτικά σερνόμουν πίσω της και παρότι «την παντρέψαμε» όταν ήμουν τριών χρονών πάνω κάτω, θυμάμαι σαν τώρα το παραμύθι με την αρκούδα Ελσα που μου έλεγε τα πρωϊνά όταν μου έδεινε το γάλα μου.

Η Φρόσω μας ήταν μία από τις πολλές περιπτώσεις της εποχής εκείνης που άκουγαν ιδίως στο όνομα Μαρία ή Κατίνα. Κυρίως όμως Μαρία. Στα σπίτια υπήρχε ένα μικρό δωματιάκι, τοσοδουλι, όπου έμενε αυτή η «κοπέλλα», όπου όπως μάθαμε από τη λογοτεχνία και είδαμε στο σινεμά εξυπηρετούσε πολλές αποστολές. Η ελληνίδα οικιακή βοηθός ήταν πολύ πιο κοντά στο σπίτι από την σημερινή αλβανή, γεωργιανή ή φιλιππινέζα και όχι μόνον της γλώσσας. Όσο δε και αν τη διακωμώδησε η Δέσποινα Στυλιανοπούλου, ο ρόλος της ήταν πολύ σημαντικός.

Εμένα, ας πούμε, με αφήνανε να πηγαίνω στη λαϊκή μαζί της και οι βόλτες αυτές, οπότε κρατούσα και ψώνια στα χέρια ήταν σαν να είχα ενταχθεί στο αυτονομιστικό κίνημα της ΕΤΑ. Ελευθερία και χειραφέτηση που με τη μαμά δεν γινόταν με τίποτα. Εξάλλου ο ζαχαροπλάστης ο κύριος «Ρερές» μας κερνούσε και πάστα σεράνο συχνά δε λάμβανα πεσκέσι και τη μεγάλη σοκολάτα αμυγδάλου, αυτές που μας έφερναν σα δώρο οι θείες εκείνο τον καιρό, καμιά εικοσαριά εκατοστά. Όμως και ο μπακάλης μας κερνούσε το κατιτίς του και από παντού έρχονταν καλημέρες. Με τη μαμά δεν ήταν το ίδιο. Κανείς δεν θα τολμούσε τόσες χαρές στη μαμά. Μετά η Σίσσι με έπαιρνε να ακούω μαζί της ραδιόφωνο ενώ καθόμασταν στο μπαλκόνι. Μου απαντούσε όλες τις απορίες, όπως γιατί η Τζοβάνα δεν αγαπάει πια το Λαμπίρη και άλλα τέτοια. Τολμούσα να τη ρωτήσω λέξεις που δεν ρίσκαρα να ρωτήσω τη μαμά και ράβαμε μαζί φουστάνια στις κούκλες μου. Όταν παντρεύτηκε ήμουν το πιο καμαρωτό παρανυφάκι. Και όταν βαφτίσαμε την κόρη της ήμουν βοηθός νονάς. Νονά ήταν η γιαγιά μου. Βοηθός νονάς ετών πέντε.

Ακριβώς τότε που έμαθα τι σημαίνει αποχωρισμός.

Είχαμε πάει την περίφημη εκστρατεία στη λαϊκή όταν μου αγόρασε ένα πλαστικό φιδάκι να παίζω. Δεν το συνήθιζε. Και εγώ δεν το εκτίμησα σαν παιχνίδι και πολύ. Έπεσε μέσα σε μια κούτα πράσινο και μικρούτσικο και χάθηκε. Λίγες μέρες μετά στο Ελληνικό η Φρόσω μας αποχώρησε οικογενειακώς για ταξείδι όπως μου είπαν. Με την Ολυμπιακή. Την Ολυμπιακή του Ωνάση. Λίγο καιρό θα έμενε στο Αμέρικα, όπου πρώτος είχε πάει ο αδελφός της. Στο Αμέρικα (!) έλεγε ο πατέρας μου και μουρμούριζε κάτι άσματα του Καζαντζίδη που δεν καταλάβαινα καλά.
Το τι σήμαινε «λίγο καιρό» θα το καταλάβαινα πολλούς μήνες μετά όταν παίζοντας θα ανακάλυπτα τυχαία το φιδάκι ανάμεσα στα κουζινικά και τα κουκλόπανα. Όχι, ο καιρός ήταν πολύς και εγώ ήμουν πια μαθήτρια του νηπιαγωγείου. Δεν υπήρχε τρόπος να με κοροϊδέψουν πιά. Είχε φύγει. Εκείνο το φιδάκι τόχω πάντα μαζί μου να μου σπαράζει την ψυχή.

Ο αποχωρισμός αυτός δεν γιατρεύτηκε ποτέ. Η αποδημία της δεκαετίας του 60 καρφώθηκε στην ψυχή μου και δεν γιατρέφτηκε ούτε όταν ήρθαν οι Μπάρμπυ σωρό, ούτε όταν λάμβανα φωτογραφίες και γράμματα με υποσχέσεις για γρήγορη επιστροφή, ούτε όταν η βαφτησιμιά μου (όπως αυτοονομάστηκε όταν πέθανε η γιαγιά) μου έδειξε το New Jersey στην κατακίτρινη turbo Transam όπου τα μεγάφωνα εξέπεμπαν Μαρία Με τα Κίτρινα μέχρι τη Νέα Υόρκη. Τη Νέα Υόρκη που είχε ακόμη τους πύργους στη θέση τους.

Μαζύ με τις Μπάρμπυ ήρθαν οι πρώτες Σμαρτις, μια φωτογραφική μηχανή Kodak instamatic εικόνες με σουβλιστά αρνιά, γάμους και μπουζούκια και η φήμη μιας σπουδαίας προκοπής. Εγώ από τη μεριά μου έσπευσα να μάθω αγγλικά. Για να πάω να τη βρω εκεί που ήταν. Αγκομαχώντας δεχόμουν τα γαλλικά, αλλά τα αγγλικά ήταν άλλο πράγμα. Με τη βοήθεια της τηλεόρασης παρίστανα ότι μιλούσα και έκανα φανταστικούς διαλόγους στο αεροδρόμιο όπου θα πήγαινα να τη συναντήσω. Όταν κάποτε μάλιστα «προσκλήθηκε» στην ΗΠΑ η μητέρα της Φρόσως μας και έμεινε σπίτι μας για λίγες μέρες πριν φύγει αποφάσισα να της διδάξω αγγλικά πάραυτα. Η κυρά Γιωργία με κοιτούσε απορημένα με το ζήλο μου και με ταΐζε χορτόπιτα που είχε φέρει από το χωριό. Νομίζω ότι παρίστανε ότι μιλούσε αγγλικά να μη μου χαλάσει το χατήρι. Γύρισε με πολύχρωμο καπέλο. Τα παιδιά της είχαν όλα προκόψει. Τα αγγλικά μου βελτιώθηκαν και πλέον πήγαινα φροντιστήριο.

Στη γιορτή μου μεγαλώνοντας έπαψαν τα «δέματα» με τα λαμέ φορέματα. Άρχισε να μου στέλνει και δολάρια. Η Αμερική έγινε για μένα η γη της επαγγελίας όπου η «Σίσσι» μου έγινε αρχόντισσα. Απέφευγε βλέπεις να μας λέει τα κακά μαντάτα. Μας έγραφε όλο για γιορτές. Πολλά γράμματα. Λίγα τα λάθη της τα ορθογραφικά. Μόνο το όνομά της μίκρυνε και έγινε πιο αμερικάνικο. Τα παιδιά της πήγαν σχολείο. Είχαν μια όμορφη μονοκατοικία. Τα Χριστούγεννα και το Πάσχα η γιαγιά μου λάμβανε θριαμβευτικές φωτογραφίες χαράς στημένες σε καλό φωτογραφείο. Όλοι ελπίζαμε αυτό να είναι η αλήθεια.

Πώς να σας το πω τώρα, για μένα η Αμερική δεν είναι αυτή που όλοι νομίζετε. Από τότε που πήγε η Φρόσω μας είναι η φωλιά της. Ο τόπος που την έκανε να ζήσει και να μεγαλώσει τα παιδιά της. Και παρότι μεγάλωσα και κατάλαβα η Ολυμπιακή παραμένει η εταιρία που μου την πήρε μακριά και το φιδάκι, ο όφις της γνώσης. Όχι του καλού και του κακού. Μόνο της οδύνης του αποχωρισμού. Αλλά και η μνήμη των αυτονομιστικών περιπάτων στη λαϊκή. Τότε που με μικρά χεράκια κουβαλούσα κουνουπίδι και φασολάκια όλο καμάρι. Στο πλευρό της.

Στη δεκαετία του 60 η χώρα έχασε τα καλύτερα παιδιά της. Που έγραφαν ελληνικά και διάβαζαν. Που είχαν όνειρα. Και οι ΗΠΑ κέρδισαν μια γενιά ανθρώπων που γεννήθηκαν λίγο πριν ή μετά την κατοχή. Μια γενιά σπουδαία. Τα αγγλικά που έμαθα μου χρειάσθηκαν πολύ. Όμως δεν πήγα να τη βρω και να τη φέρω πίσω. Η Ολυμπιακή δεν ανήκει πιά στον Αριστοτέλη Ωνάση και τα ορεινά χωριά από όπου η Σίσσυ ξεκίνησε τώρα έχουν κάτι σπίτια που λέγονται και σαλέ. Οι Μπάρμπυ πουλιούνται στα Τζάμπο έναντι ολίγων ευρώ. Πολλά έχουν αλλάξει από τότε.

Όμως σε κάθε τυχαία κίνηση το φιδάκι ξεπροβάλει και είμαι τόσο απαρηγόρητη όσο όλη η Ελλάδα μαζί που έστειλε τα παιδιά της στην ξενιτιά απελπισμένη και αυτή όπως όλες οι χώρες που διώχνουν τον κόσμο γιατί δεν έχουν να τον θρέψουν και να τους προσφέρουν όνειρα. Και εκείνα… φωτογραφίζονταν δήθεν σπουδαία και χαρούμενα και παριστάνουν ότι όλα μα όλα ΕΚΕΙ ήταν γιορτή και χαρές. Σαν ΟΛΑ να πήγαιναν καλά.

Σάββατο, Ιανουαρίου 13, 2007

H πρώτη οθόνη



Δεν πήγαινα ακόμη σχολείο, όταν ο πατέρας μου έφερε στο σπίτι την πρώτη μας ασπρόμαυρη Telefunken. Στα αστικά σπίτια της Αθήνας η τηλεόραση ήρθε νωρίτερα από την Urania που είδαμε στο σινεμά αλλά άργησε κάπως και εκεί. Ποδόσφαιρο οι άνδρες έβλεπαν συχνά πυκνά έξω από τα καταστήματα ηλεκτρικών ειδών του κέντρου. Η τηλεόραση πριν τη Χούντα ήταν κάτι σπάνιο. Και η μετάβαση από την πρωϊνή «Θεία Λένα» στο ραδιόφωνο, τον Κωστή και το Μαράκι, στα παιδικά της τηλεόρασης με εικόνα ήταν επανάσταση. Το σπίτι μας έγινε ξαφνικά πολύ σημαντικό. Αποκτήσαμε επισκέπτες και η θέαση συνοδευόταν με κεράσματα και σχόλια. Εγώ, καθόμουν στο χαλί.
Λίγοι είχαν τέτοιο πράγμα στο σπίτι τότε. Ο πατέρας μου είχε μια παράξενη αγάπη γι’αυτή την τεχνολογία. Πρέπει να αγόρασε την ακριβότερη ασπρόμαυρη τηλεόραση και την ακριβότερη έγχρωμη πολλά χρόνια αργότερα. Βιαζόταν να τις κατακτήσει και τις ακριβοπλήρωνε. Ο πατέρας μου έφυγε από τη ζωή χωρίς να αποκτήσει Plasma. Λάτρεψε όμως και την οθόνη του υπολογιστή και θεώρησε κατάλληλο δώρο για την κορούλα του τον υπολογιστή το 1988, αν δεν κάνω λάθος…
Στην τηλεόραση που στήθηκε στο σαλόνι βλέπαμε πρόγραμμα μόνον το απόγευμα. Τα κανάλια δύο και αν. Άρχιζαν με κάτι κουδούνια κατσικιών και τέλειωναν με τον Εθνικό Ύμνο. Όταν άνοιγες την τηλεόραση είχε «ψαράκια» που μικρή θεωρούσα σαν μήνυμα ότι κάτι θα φανερωθεί. Συχνά η εικόνα κουνούσε. Οι εκφωνήτριες είχαν όλες φουντωτά μαλλιά και οι κύριοι φορούσαν κοστούμι.
Παιδικά η Λάσση, το άλογο ο Φιούρι, ένα απίθανο δελφίνο ο Φλίππερ. Στη Λάσση πρέπει να οφείλεται και η πρώιμη ζωοφιλία μου περισσότερο από τη μόδα των sixties για ένα παιδί. Πέρσυ στο Σινεμά που τη φέρανε πρέπει να ομολογήσω έκλαιγα από τα γράμματα. Πριν αρχίσει το έργο. Πολλά χρόνια αργότερα το Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι και οι Γουώλτονς. Ο Τζων Μπόυ ήταν ένας έρωτας για κάθε κορίτσι του δημοτικού της Αθήνας επί χούντας. Αλλά αυτό χρόνια μετά.
Οι μεγάλοι έβλεπαν Μπονάντσα. Ποδόσφαιρο, Πέιτον Πλέις. Το Πέιτον Πλέις ήταν μια αμερικανική πόλη. Η Κόνστανς, ο Ελιοτ, η Αλισον, ο Μάθιου, ήρωές του που δάνεισαν τα ονόματά τους στις πρώτες μας Μπάρμπυ και τα παιδικά μας παιχνίδια. Είχαν φουντωτά μαλλιά κομμωτηρίου, μίνι φούστες και ήθη αυστηρά. Έβλεπα και εγώ Πέιτον Πλέις μετά τη ρυθμική. Τότε η μαμά μου αποφάσισε να με πάει μαζί με μία φίλη της και την κόρη της. Ακόμη θυμόμαστε συχνά τις εξορμήσεις με τα παπουτσάκια της ρυθμικής, την επιστροφή με τυρόπιττες και τρούφες από τον Ασημακόπουλο, τις μαμάδες να πίνουν καφέ και εμείς να κοιτάμε το κουτί!. Μέχρι να πάρουν και εκείνοι ερχόμασταν στο δικό μας σπίτι. Γιατί το δικό μας σπίτι ήταν μικρό αλλά ήταν μαγικό. Η πρώτη μας Telefunken και η αγάπη του πατέρα μου για την τεχνολογία το έκανε σαν το σπίτι των εξωγήινων στο Enterprise. Ο δόκτωρ Σποκ με τα τραβηχτά αυτιά ήταν φίλος μου από τότε.
Η τηλεόραση όμως είχε και άλλα κόλπα. Οι ενημερωτικές εκπομπές ήταν συναρπαστικές. Με έμφαση παρακολουθούσα την προφεμινίστρια Έλλη Ευαγγελίδου στο Γεια σας Κυρία μου να δίνει συνταγές ζωής και μαγειρικής στις πρώτες μικροαστές της πόλης. Αργότερα η κ. Αλίκη Νικολαϊδου μας έδινε μια περισσότερο διανοουμενίστικη εκδοχή της «τότε» γυναίκας. Έβλεπα και την επιστημονική εκπομπή «Οι ειδικοί σας ενημερώνουν» ενός παντογνώστη γιατρού. Έτσι, όταν έπαθα ερυθρά στα 5 ανακοίνωσα στη θεία μου περισπούδαστα ότι είμαι πολύ τυχερή που δεν είμαι έγκυος γιατί η ερυθρά θα ήταν επικίνδυνη για το μωρό. Εξάλλου εκεί είδα το πρώτο σχέδιο μήτρας και αναλύσεις για κάτι πράγματα που λέγονταν σπερματοζωάρια. Όταν αργότερα άρχισαν οι εκπομπές του κ. Γεωργαλά δεν καταλάβαινα τίποτε.
Οι ειδήσεις δεν με πολυέννοιαζαν τότε ούτε τα ποδόσφαιρα. Το ποδόσφαιρο ήταν η χαρά των ανδρών. Από το Καραϊσκάκη με το Γιούτσο, το Δεληκάρη και τον Αττίλιο είμασταν τώρα στο Γουέμπλει και σε άλλα διεθνή γήπεδα. Ο πατέρας μου προτιμούσε αγγλικό ποδόσφαιρο. Μου εξηγούσε τις διαφορές αλλά επειδή δεν υπήρχε Ολυμπιακός στην Αγγλία εμείς ήμασταν όλοι Ολυμπιακοί. Εγώ προτιμούσα το Καραϊσκάκη γιατί μου έδιναν μπαρμπούνια στο Τουρκολίμανο και με είχαν για γούρι στις κερκίδες. Προτιμούσα να φωνάζω ΓΚΟΟΟΟΟΛ εκεί. Ερμήνευα μάλιστα όλες τις κραυγές σαν ΓΚΟΟΟΛ και θεωρούσα ότι κερδίζαμε 100-0.
Αργότερα άρσχισαν τα ελληνικά σήριαλ, ο Αγνωστος Πόλεμος, οι Πανθέοι. Η Μάρμω παραμένει στην τηλεόραση όμως από τότε΄, νομίζω τώρα λέγεται Βέρα στο Δεξί.
Όταν έγινε ο σεισμός το 81 η Ελλάδα έβλεπε σήριαλ. Και όταν άρχισε η ιδιωτική τηλεόραση ήμουν στο Παρίσι. Μαζί με την ΤF1 γνώρισα το Μinitel. Αυτό που επρόκειτο να γίνει ο παππούς του ιντερνετ. Ο κόσμος είχε αλλάξει πολύ. Στα νεώτερα χρόνια η τηλεόραση απέκτησε ΕΣΡ και ασυμβίβαστα. Η Ελλάδα διαπλοκή. Και φυσικά τηλεόραση έχουν όλοι.
Σήμερα που σας γράφω έχει παντού γύρω οθόνες. Πολλές τις κουβαλώ μαζί μου. Και τις αλλάζω συχνά. Σε αντίθεση με την πρώτη μας οθόνη που «βγήκε καλή» και την αποχωριστήκαμε με δυσκολία γιατί όφειλε να ζήσει δεκαετίες, οι τωρινές οθόνες αλλάζουν μέρα με τη μέρα. Οι τωρινές δεν είναι ίδιες.
Αλλά καθώς σας νοιώθω να κοιτάτε την οθόνη αναζητώντας τη νοσταλγία στις γραμμές μου, θέλω κάτι να σας εξομολογηθώ. Περιμένω με αγωνία την «καινούργια» και τα κόλπα της. Κληρονομιά στο DNA και εθισμός παιδείας περιμένω την νέα οθόνη που θα έρθει και θα επιτρέπει νέα πράγματα.
Ναι. αγαπητέ Pascal, για κάποιους η παιδική ηλικία δεν τελειώνει ποτέ. Μόνο το σκυλί βγαίνει από το γυαλί και κάθεται στα πόδια σου. Και σιγά σιγά ότι μαθαίνεις από το γυαλί φέρνεις στην πραγματική ζωή τις εικόνες του αν είσαι άξιος.
Η οθόνη σε μαθαίνει.
Δεν σου αρκεί.

Παρασκευή, Ιανουαρίου 12, 2007

Achievements



Και όμως χάρη στους φόβους μου πέρασα στο ΒΕΤΑ και ανέβασα πανεύκολα εικόνες.
Με βοήθησαν οι φίλοι μου και ο Philos με πολλές συμβουλές σημαντικές για τους αδαείς.
Το δίδαγμα ήταν πολλαπλό. Ειδικά για κάποιον της επαγγελματικής μου φάρας που γνωρίζει από κώδικες και ψαρώνει τους αδαείς συχνά αθελά του.
Μήπως όμως έτσι δεν γίνεται σε όλα?
Φοβάσαι σταματάς και κάποιος σε παίρνει από το χέρι και προχωράς, ή δεν σε παίρνει και ζορίζεσαι και προχωράς μόνος σου.
Αρκεί να μην προσαράξεις σε καμιά ξέρα.
Ευχαριστώ παιδιά!

Πέμπτη, Ιανουαρίου 11, 2007

Απολογισμός του πρώτου χρόνου



  • . Η γνώση για το μέσο προήλθε από μια τηλεοπτική παρουσίαση του Νίκου Δήμου. Ο ενθουσιασμός του με συνάρπασε. Αρχικά να δω τι σκαρώνει. Μετά να ερευνήσω το μέσον. Δεν έγινα οπαδός του. Είναι η φύση μου να αντιστέκομαι στην ένταξη. Θαυμάζω όμως αυτό που κάνει. Θαυμάζω ιδίως το ότι αλλάζει και μεταμορφώνεται. Άνοιξε και έκλεισε μπλογκ. Άλλαξε ύφος και θεματολογία. Άνοιξε την ψυχή του, μάλωσε με κάποιους τα βρήκε. Χάιδεψε και μάλωσε. Και συνεχίζει να αλλάζει. Η στάση του ενέχει την αναζήτηση υπαρξιακής δικαίωσης. Φυσικά δεν θα την βρει από τους μπλογκερς αλλά προσπαθεί. Εν τέλει για μένα σημασία έχει ότι καθημερινά εκπέμπει ποιοτικό λόγο. Και ας διαφωνείς μαζί του. Ξέρει την τέχνη από τη διαφήμιση, έχει παιδεία. Κάτι σκαρώνει. Σα στάση ζωής με γοητεύει. Ελπίζω, αν φθάσω τα χρόνια του να συνεχίζω να σκαρώνω πράγματα. Ελπίζω όμως να μην χρειάζομαι οπαδούς και επιβεβαίωση. Να μην μετρώ πόσοι με διαβάζουν ή με χαιρετούν. Να μου αρκεί και ένας ή κανένας. Αποτελεί πάντως (και) προσωπική μου πεποίθηση ότι είναι το καλύτερο μπλόγκ που υπάρχει στη χώρα με την επιφύλαξη των όσων δεν έχω ακόμα δει.

    · Η δημιουργία του μπλόγκ μου οφείλεται στην ανάγκη να σχολιασθεί κάποιο κείμενο στο μπλόγκ του Νίκου Δήμου (και όχι του γάτου Δον! Όποιος ξέρει έστω και λίγα από γάτους καλά γνωρίζει ότι απαξιώνουν αυτές τις συμπεριφορές. Τους αρκεί να λιάζονται στον ήλιο). Το πρώτο σχόλιο αποτέλεσε το πρώτο μου βήμα. Που δεν ήταν διόλου λίγο. Για καιρό μετά έβλεπα τα αντίστοιχα πρώτα βήματα κάποιων με συγκίνηση. Μετά, για λόγους διερευνητικούς ανέβηκε μια φωτογραφία για να δω πώς γίνεται. Μετά και ένα κείμενο. Το όνομα και το avatar εντελώς τυχαία. Το όνομα είναι το δικό μου στο οποίο προστέθηκε αριθμός για να το πάρει το σύστημα αφού προϋπήρχε. Η φωτογραφία γιατί ήταν το μόνο πρόσωπο που είχα στο αρχείο μου και είκαζα ότι δεν υπάρχουν δικαιώματα στην εικόνα πια. Ναι, έπρεπε να είναι πρόσωπο. Υστέρα μπήκα στο χορό. Δεν ξέρω πώς και αν θα συνεχίσω.

    · Στη διάρκεια του πρώτου χρόνου έλαβα ένα και μόνον καθυβριστικό σχόλιο με αφορμή ένα ποστ για το τζαμί της Αθήνας. Πολύ βρισίδι. Όμως μόνον ένα. Συμπέρανα ότι η moderation δεν με αφορά. Τα μπλογκ είναι άσκηση στην ελευθερία και στην ελευθερία του λόγου. Έτσι άρχισα να συμπαθώ το μέσον ιδιαίτερα. Φθηνό, άμεσο και ελεύθερο. Σχετικό με το λόγο και με εργαλείο τη γλώσσα τη μουσική και την εικόνα. Ενδιαφέρον! Εφήμερο και παροδικό. Αυτό είναι λιγάκι σπαραχτικό. Όμως αληθινό.

    · Στη διάρκεια του χρόνου μελέτησα κάποιες κατηγορίες μπλόγκ. Ιδίως τα πολιτικά, τα δημοσιογραφικά και τα νομικά. Εγινα καθημερινή παραλήπτης μαιλ της κυρίας Ρουαγιάλ η οποία έχει ένα ολοζώντανο και αισθητικά άρτιο μπλογκ. Νομίζω ότι εκεί γίνεται πολύ σημαντική εργασία. Δεν θα έλεγα το ίδιο για τους Έλληνες πολιτικούς. Είδα τις ηλεκτρονικές εφημερίδες. Νομίζω ότι η κατάσταση που διαμορφώνεται είναι σημαντική. Ίσως όχι όσο λένε κάποιοι, αλλά προς το παρόν σημαντική. Και αρκετά οικολογική. Λιγότερο χαρτί. Λιγότερο ταχυδρομείο. Πάντως όχι πολύ ειλικρινής. Ο εικαζόμενος διάλογος δεν υπάρχει παρά σπάνια. Περισσότερο ενδιαφέρον έχουν ξενόγλωσσα μπλογκ, ή πολύγλωσσα. Διάβασα ημερολόγια και προσωπικές εξομολογήσεις. Είδα μπλογκ στρατευμένα. Όχι, δεν νομίζω να επαληθεύεται η κατηγοριοποίηση ότι οι μπλογκερς είναι χωρισμένες, γκει, αριστεροί και μισόζουρλοι. Είναι κάθε καρυδιάς καρύδι. Ίσως με έφεση στην καθιστική ζωή.

    · Στη διάρκεια του πρώτου χρόνου εκτίμησα πολύ τη γραφή πολλών άγνωστων ανθρώπων και θεώρησα ότι είχα μια πνευματική επικοινωνία. Έμαθα πληροφορίες, πλησίασα ψυχές. Θαύμασα κάποια ταλέντα. Όχι όπως με τα βιβλία. Ομολογώ ότι τα προτιμώ. Είναι μάλλον η συνήθεια. Είναι μάλλον η παιδεία του βιβλίου. Ίσως να είμαι τελικώς παιδί του Γουτεμβέργιου. Το μέσον έχει ενδιαφέρον για άλλο τρόπο επικοινωνίας νομίζω. Δεν θεωρώ ότι είμαι η πλέον κατάλληλη να τον εξερευνήσω αλλά χρειάζεται πολύς πειραματισμός. Κάποιοι τον προωθούν επιτυχώς. Διαπίστωσα ότι υπάρχουν μερικά ξεχωριστά ταλέντα που εκφράζονται μέσα από το ίδιο μέσο, με φωτογραφίες, εικόνες, video, τραγούδια και κείμενα. Η με σύνθεση όλων. Προσέγγισα το μέσον. Ανεπιτυχώς πάντως καθώς παρά τα φροντιστήρια σε διάφορα μπλογκ που δίδουν πληροφορίες παρέμεινα κουμπούρα. Δεν μπόρεσα να κάνω ούτε λίστα λινκ. Και δυσκολεύομαι να ανεβάσω φωτογραφία. Πότε πότε γίνεται. Όχι όμως πάντα. Παραμένω καθηλωμένη στο παρελθόν τελικά. Γιατί σε τι άλλο να οφείλεται η άρνηση?

    · Στη διάρκεια του χρόνου αυτού είδα και άφθονους σχετικά άσημους δημιουργούς κατά τη γνώμη μου, να πιστεύουν υπέρμετρα στο εγώ τους, βοηθούμενοι από επαινετικά σχόλια, ή από τη λαχτάρα μιας ανταπόδοσης. Αυτό όμως συμβαίνει ούτως ή άλλως. Καλύτερα πάντως από την εκτύπωση κακής ποίησης. Ποιο οικολογικό. Και πού ξέρεις. Κάποια μέρα μπορεί να σκάσει το ταλέντο….

    · Στη διάρκεια του χρόνου αυτού θεώρησα κάποιους άγνωστους ανθρώπους σα φίλους. Ειδικού τύπου φίλους, αλλά οικείους. Με καθημερινή σχεδόν αλληλεγγύη. Κάποιες φορές με συγκίνηση. Για κάποιους γιόρτασα και ευχήθηκα. Για κάποιους νοιάζομαι. Γνωρίζω τα παιδιά τους. Είδα συγκρούσεις και καβγάδες. Οι άνθρωποι είναι πάντα άνθρωποι. Είναι φυσικό. Είδα σχέσεις υποταγής και ομαδούλες. Παρέες πάσης φύσεως. Κάποιους, ομολογώ, τους βαρέθηκα να τους διαβάζω. Έψαξα αλλού. Κάθε μέρα ξεφυτρώνει και ένας. Και διαπίστωσα ότι οι παλιοί είναι αλλιώς αλλά οι νέοι είναι πιο αγνοί. Και ας είναι η διαφορά μόνο λίγων μηνών. Υπάρχει ήδη εθνικό διαδικτυακό κατεστημένο. Υπερήφανο για τα λάθη του. Με άποψη ότι η δόξα του μεγάλη. Με λίστες αναγνωσιμότητας που τους δικαιώνουν (ποιος τις στήνει? Με τι κριτήρια?). Με όλες τις αρετές και τα ελαττώματα του κατεστημένου. Υπάρχουν όμως και οι νεότεροι. Όλο και καλύτερα. Διαπίστωσα ότι η Κύπρος έχει πολύ ενδιαφέροντα λόγο και μας ενώνει η γλώσσα πιο πολύ από ότι θεωρούσα. Η Αθήνα και οι άλλες πόλεις πιο κοντά. Οι ελληνόφωνοι όλης της γης πιο κοντά.

    · Στη διάρκεια του χρόνου αυτού δοκίμασα τις δυνάμεις μου με διάφορους τρόπους. Εκτέθηκα σε ένα μέσο που επιτρέπει άμεση επικοινωνία και απάντηση. Σε άμεσο χρόνο. Δοκίμασα άλλο τρόπο έκφρασης. Το ύφος, η σκέψη, η φαντασία, οι στόχοι, οι αντοχές, στα λάθη. Δεν πίστεψα τα κολακευτικά σχόλια, γιατί τα είδα παντού. Δεν μέτρησα σχόλια ως νομιμοποιητικά της ύπαρξής μου. Δεν κατάφερα να κατανοήσω ακόμη το σκοπό του μπλογκ που έχω. Ούτε το σκοπό των άλλων. Είναι λίγο ανάμεικτα. Έχω διαβάσει πάμπολλα μπλόγκ τα οποία δεν σχολίασα. Διαπίστωσα πάντως ότι κάποιοι, λίγοι άνθρωποι ενδιαφέρονται για τις σκέψεις μου και τις προωθούν με το δικό τους τρόπο. Ένας δυό άνθρωποι μου δήλωσαν ότι έκαναν μπλογκ με αφορμή το δικό μου, γιατί είχαν κάτι να πουν. Αυτό ειδικά το θεωρώ τη μεγαλύτερη χαρά. Η επικοινωνία είναι ένας στόχος. Δεν αρκεί όμως νομίζω. Η επικοινωνία εκπληρώνεται καλύτερα με άμεση επαφή. Το μέσον απαιτεί ψάξιμο και στοχοθεσία. Θα συνεχίσω να προσπαθώ.

    · Στη διάρκεια του χρόνου αποφάσισα τρεις φορές να τα παρατήσω. Την πρώτη όταν βρήκα ένα επιθετικό και υβριστικό σχόλιο του Νίκου Δήμου σε μπλογκ τρίτου για μένα. Βίωσα για γνωστή απογοήτευση όταν ο συγγραφέας διαψεύδει το κείμενο. Η κίνηση αυτή πυροδότησε το κέφι να συνεχίσω μόνη μου, κάτι που μέχρι τότε ήταν αβέβαιο. Την δεύτερη όταν έλαβα ένα επιθετικό και αρκετά προσβλητικό mail από έναν μπλογκερ. Έχει αρρώστια το μέσον. Τότε σκέφθηκα να τα παρατήσω από φόβο. Το μέσον βοηθά όμως. Είναι μακριά από μας. Ασφαλές όπως πολλά στην εποχή μας. Ούτε αφροδίσια, ούτε ψυχικοί εμετοί απάνω μας. Μόνο στην οθόνη. Το ψευδώνυμο είναι μια βοήθεια. Όμως δεν μου αρέσει αυτό σα στυλ. Την τρίτη όταν γνώρισα από κοντά κάποιους μπλόγκερ. Όχι γιατί ήταν κακοί ή φοβιστικοί. Αλλά γιατί ήταν φανατικοί. Μετρούσαν χτυπήματα, λογάριαζαν σειρά σε ειδικές λίστες, είχαν κατασκόπους και ήξεραν ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει στο μπλόγκ τους. Ήταν ολιμερής πάνω σε μία οθόνη. Άλλες δραστηριότητες? Εργασία? Καμιά βόλτα βρε παιδιά? Αυτό δεν το ήξερα. Τα τερτίπια της τεχνολογίας ήταν κάτι που δεν αναζήτησα. Όπως μου είπε ένας παρευρισκόμενος στη σύναξη άλλο το βιβλίο άλλο το μπλογκ. Δίκαιο είχε βέβαια αλλά δεν θα μπορούσε το μπλογκ να αποτελέσει τη διευκόλυνση της βλακείας και του φανατισμού. Όχι δεν θέλω να είναι όπως εκείνοι.

    Θα περπατώ στην πόλη και τη φύση και θα γυμνάζομαι στο ωραίο μου γυμναστήριο. Θα πηγαίνω βόλτες και με το σκύλο (να γιατί ίσως η τόση γατοφιλία?)
    Θα μιλάω και θα συζητάω με κανονικούς ανθρώπους. Θα αγγίζω πραγματικά σώματα. Θα τηλεφωνώ σε φίλους από άλλους κόσμους όπως έκανα. Θα βλέπω φίλες για καφέ και θα πηγαίνω σε σπίτια. Θα έχω σχέσεις εκτός οθόνης.
    Θα διαβάζω. Απαιτεί χρόνο πολύ. Θα γράφω σε χαρτί. Όχι μόνον στο τζάμι.
    Θα εργάζομαι. Όσο και να είναι φτηνό το σπορ αγαπώ και άλλα ακριβά. Στη ζωή μου το χρήμα είναι ελευθερία και καλή ζωή. Όλη μέρα στο γυαλί φοβάμαι πως για όποιον δεν είναι συνταξιούχος είναι κάπως πρόβλημα.
    Δεν θα μετρώ τίποτε και δεν θα μάθω τεχνολογικά κόλπα με κοριούς και κατασκόπους. Πιστεύω στην ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό μου και μόνον. Οι άλλοι δεν είναι στόχος. Δεν με νομιμοποιούν. Υπάρχω ούτως ή άλλως.
    Δεν θα ενταχθώ σε παραιίτσες, σέχτες, δεν θα μιλώ με κώδικα και δεν θα γράφω με μυστικά λεξίδια. Θα υποστηρίζω την αυτονομία και την ελευθερία. Με κάθε τίμημα.
Και μάλλον θα συνεχίσω την αναζήτηση.

Οφείλει κανείς να παραδεχθεί πάντως ότι ο πλέον αναγνώσιμος μπλογκερ Νίκος Δήμου, εξωθεί δια του παραδείγματος και σε άλλες ασχολείες. Σε ανθρώπινες σχέσεις. Σε βόλτες και ενδιαφέροντα. Δεν μοιάζει να κάνει χρήση κοριών. Μια φορά αν δεν κάνω λάθος τρίτος του ανέφερε τα περί σειράς κατάταξης.... Αν και συνταξιούχος δεν συμπεριφέρεται ως τέτοιος. Αλλάζει και σκέπτεται. Με ενθαρρύνει αυτό πολύ.





Σάββατο, Ιανουαρίου 06, 2007

Βάπτιση Χαράς!

Εν Ιορδάνει ή στο κύμα της θάλασσας

ο εικονιζόμενος απολαμβάνει το κοίταγμα των φίλων του και τ
ην απόλυτη στιγμή.

Καλή χρονιά σε όλους!!!